Ρόχους Μις, ο σωματοφύλακας του Χίτλερ στο MEGA



Αποσπάσματα από συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο σωματοφύλακας του Αδόλφου Χίτλερ, Ρόχους Μις, στο MEGA  και την εκπομπή '''Εμπόλεμη ζώνη''.

- Πώς νιώσατε όταν γνωρίσατε τον Χίτλερ;
Μετά τον τραυματισμό μου δεν με έστειλαν πίσω στο μέτωπο. Ο αρχηγός του λόχου με πρότεινε για τη φρουρά του Χίτλερ. Ο αρχηγός του λόχου είπε «Εντάξει έχεις εκπληρώσει το καθήκον σου στον πόλεμο, θα πας κατευθείαν στον Φύρερ. Είσαι καλός, τίμιος στρατιώτης». Έτσι απλά λοιπόν πήγα στην Καγκελαρία. Δεν ήξερα πως έπρεπε να συμπεριφερθώ. Φοβόμουν, που θα ήμουν δίπλα στον Φύρερ. Μού είχαν δώσει ένα δωμάτιο κοντά στο διαμέρισμά του. Πήγα και την επόμενη μέρα κιόλας έπιασα δουλειά.

Ένας συνάδελφος μού επέστησε την προσοχή ότι ο Φύρερ μπορούσε να εμφανιστεί οποιαδήποτε στιγμή. «Εσύ θα κάνεις στην άκρη, μπορεί να σου απευθύνει το λόγο, μπορεί και όχι» μου είπε. Περίπου δώδεκα μέρες μετά ένας υποστράτηγος, μού έκανε κάποιες ερωτήσεις. Όταν τελειώσαμε ο υποστράτηγος σηκώθηκε, άνοιξα την πόρτα και ποιος ήταν εκεί; Ο Χίτλερ, που κρατούσε ένα γράμμα στο χέρι του και ήθελε να το δώσει στον υποστράτηγο. Το γράμμα αφορούσε διάφορες μετακινήσεις στρατευμάτων και ο Χίτλερ ρώτησε: από που είναι αυτός ο άντρας. Και ο υποστράτηγος απάντησε: από τη Σιλεσία.

Εγώ είχα τρακ, κοιτούσα τον Χίτλερ στα μάτια από μία απόσταση ενός μέτρου. Είπα κατάγομαι από το Όπελν. Και μού απάντησε: Μπορείτε να κάνετε τώρα αμέσως κάτι για μένα. Πάρτε αυτό το γράμμα και πηγαίνετε το στην αδερφή μου, στη Βιέννη. Κι εγώ έγινα αμέσως ο κλητήρας του. Δώδεκα μέρες μετά το διορισμό μου. Εκείνη την πρώτη φορά που είδα τον Χίτλερ, αμέσως σκέφτηκα ότι ήταν ένας κανονικός άνθρωπος, σαν όλους τους άλλους.



- Πώς γίνεται να λέτε ότι ήταν ένας κανονικός άνθρωπος όταν διέταξε όλα αυτά τα εγκλήματα;
Ο Χίτλερ δεν είχε πάει ποτέ σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Αν ο Χίτλερ είχε επισκεφθεί ένα στρατόπεδο, θα είχε πάρει οπωσδήποτε κάποιον από μας μαζί του. Και μετά ο συνοδός του θα μας έλεγε ότι πήγαν εκεί και τι είδαν. Αλλά δεν πήγαμε ποτέ σε στρατόπεδο. Είναι πλέον γνωστό ότι υπήρχαν στρατόπεδα. Στη Βαυαρία κάποια στιγμή που είχα πάει σε ένα κέντρο αναψυχής, είδα ανθρώπους που μας έφερναν νερό στο θάλαμο και οι οποίοι ζούσαν σε παραπήγματα και ρώτησα έναν, γιατί είσαι εδώ και μου απάντησε, γιατί είμαι Μπίμπελφόρσερ (Bibelforscher, χριστιανική θρησκευτική οργάνωση), αν υπογράψω, θα μ’ αφήσουν να φύγουν, αλλά δεν υπογράφω. Δεν υπέγραφαν, όσοι ανήκαν σε τέτοιες χριστιανικές οργανώσεις. Και έμπαιναν στα στρατόπεδα, δεν υπήρχαν μόνο Εβραίοι στα στρατόπεδα.

- Νομίζετε ότι η ιστορία που έχει γραφτεί δεν είναι σωστή, δεν είναι δίκαιη;
Κάποια πράγματα τα έχουν αποκρύψει. Υπάρχουν πολλά στοιχεία στο ιστορικό μουσείο του Βερολίνου. Και θα βγουν στη δημοσιότητα το 2017. Δε τα δίνουν. Γιατί; Υπάρχουν και στην Ουάσινγκτον ντοκουμέντα. Στη δίκη της Νυρεμβέργης δε με ρώτησαν τίποτα για τα στρατόπεδα.

Δεν έχει σημασία αν η Ιστορία γράφεται από τους νικητές. Έζησα πέντε χρόνια με τον Χίτλερ. Δεν μπορώ να τον φανταστώ διαφορετικά. Εγώ τον έζησα από κοντά. Ήταν ένας κανονικός άνθρωπος.

Στη Μόσχα δεν με ρωτούσαν για τα στρατόπεδα. Το θέμα των ανακρίσεων ήταν πάντα, ότι στο καταφύγιο ήταν ο σωσίας και όχι ο ίδιος ο Χίτλερ. Λες ψέματα, λες ψέματα, έλεγαν συνέχεια και με βασάνιζαν.



- Περιγράψτε μας την ημέρα της αυτοκτονίας του Αδόλφου και της Εύα Χίτλερ.
Την τελευταία εβδομάδα επικρατούσε νεκρική σιγή, κανείς δεν είχε διάθεση. Όλοι μιλούσαμε ψιθυριστά. Ήταν σα να βρισκόμασταν σε έναν τάφο. Ήταν πολύ άσχημα. Ήταν η πτώση, το τέλος. Γνωρίζαμε οτι θα αυτοκτονούσε αλλά ζούσαμε συνεχώς αναβολές. Μέχρι που ο Μόνκε είπε ότι οι Ρώσοι είναι πια 400 μέτρα μακριά από την Καγκελαρία.

Ήμασταν ο επόμενος στόχος τους. Το μεσημέρι της 30ης Απριλίου 1945, εγώ ήμουν στον ασύρματο και ξαφνικά άκουσα τον Μπόρμαν, τον Λίνγκε, τον Γκιούνσε και κάποιον άλλον να μιλάνε. Εγώ πήγα λίγο πιο κει, ο Χίτλερ μπήκε στο γραφείο και ρώτησα τον Γκιούνσε, τι συμβαίνει και είπε «Ο Φύρερ μάς αποχαιρέτησε». Μας αποχαιρέτησε και περιμέναμε να συμβεί. Δεν ξέραμε τον τρόπο που θα συνέβαινε. Θα μπορούσαν να πυροβολήσουν ο ένας τον άλλον. Όταν τους είδα, το κεφάλι της Εύας ήταν γερμένο πάνω του. Ο Χίτλερ ήταν ξαπλωμένος στο πάτωμα. Ο Γκούνσε ήταν πλέον υπεύθυνος για να τον κάψει έξω από το καταφύγιο.

- Και σχετικά με την οικογένεια Γκέμπελς;
Η οικογένεια Γκέμπελς ήταν στο μπροστινό καταφύγιο. Η κυρία Γκέμπελς κατέβηκε και εντελώς ήρεμα προετοίμασε τα παιδιά για να πεθάνουν. Και για πρώτη φορά ήταν όλα ντυμένα στα λευκά, γιατί γενικώς φορούσαν διάφορα χρώματα. Στο πάνω καταφύγιο υπήρχαν άνθρωποι από το προσωπικό, δεν μπορούσε να κάνει κάτι μπροστά τους, έπρεπε να κατέβει κάτω.

Όταν ετοιμάστηκαν τα παιδιά, έγινε συζήτηση, προφανώς και για το θέμα των παιδιών, με τον δόκτωρα Νάουμαν, που ήταν ο εκπρόσωπος του Γκέμπελς.  Όταν ο Νάουμαν βγήκε έξω είπε ότι αν ήταν στο χέρι του Γκέμπελς τα παιδιά δεν θα ήταν εδώ.  Η κυρία Γκέμπελς ήθελε να πεθάνουν, εκείνη και τα παιδιά, μαζί με τον Χίτλερ. Ο Γκέμπελς όχι, δεν ήθελε να πεθάνουν τα παιδιά. Ήταν ένα δράμα. Η κυρία Ράιτς είπε «κυρία Γκέμπελς, αν θέλετε, εσείς μπορείτε να μείνετε εδώ, το καταλαβαίνω, αλλά τα παιδιά μπορώ εγώ να τα φυγαδεύσω». Η κυρία Γκέμπελς απάντησε όχι, τα παιδιά θα μείνουν εδώ.

- Τι ακριβώς σας έκαναν κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας σας;
Με χτυπούσαν, με ανάγκαζαν να μιλήσω, με μαστίγωναν μέχρι που μάτωνα και μετά μού έριχναν κρύο νερό, ήταν φοβερό. Με χτυπούσαν στο κεφάλι και έπεφτα με το πρόσωπο πάνω στον τοίχο, με έσερναν σε γραφεία και με μαστίγωναν. Με βασάνιζαν. Και μετά κατάφερα να στείλω ένα γράμμα μ’ έναν φρουρό στον υπουργό Μπέρια, πού τού έλεγα ότι θα με σκοτώσουν με τα βασανιστήρια και τον παρακάλεσα να δώσει διαταγή να με εκτελέσουν. Ήθελα να με εκτελέσουν. Δεν άντεχα άλλο. Όταν σε βασανίζουν είναι πολύ άσχημο.

-Αν κοιτάξετε πίσω τη ζωή σας, θα αλλάζατε κάτι;
Όχι, έκανα το καθήκον μου, να υπηρετήσω τον Χίτλερ και κατέβαλλα προσπάθεια να μην κάνω κάτι λάθος. Να τα κάνω όλα σωστά. Για αυτό και στο τέλος, στο καταφύγιο, ο διοικητής μου είπε, ότι έκανα πάντα καλά τη δουλειά μου και ότι πρέπει να φροντίσω να λειτουργήσουν όλα σωστά στο καταφύγιο και πήρα την ευθύνη του τηλεφωνικού κέντρου. Μου έδωσε αυτή τη θέση, γιατί πέντε χρόνια ήταν ευχαριστημένος μαζί μου, γιατί πάντα έκανα σωστά τη δουλειά μου.