Η οικονομική κατάσταση του Σωκράτη:
''Ο Αριστόξενος του Σπινθάρου λέει πως είχε και χρήματα. Τα συγκέντρωνε, τα ξόδευε και ξαναμάζευε''.
''Ήταν αυτάρκης και σεμνός. Όταν κάποτε ο Αλκιβιάδης, όπως λέει η Παμφίλη στο έβδομο κεφάλαιο των «Υπομνημάτων», του πρόσφερε μια μεγάλη περιοχή για να χτίσει σπίτι, του είπε: «Ακόμη κι αν χρειαζόμουν παπούτσια και μου έδινες δέρματα για να τα φτιάξω, θα ήμουν καταγέλαστος αν τα έπαιρνα». Συχνά, βλέποντας πόσα πολλά πράγματα πουλιούνται, μονολογούσε «πόσα πράγματα δεν χρειάζομαι» και αμέσως πρόσθετε τους εξής ιαμβικούς στίχους
Το ασήμι και η πορφύρα
είναι χρήσιμα στους τραγωδούς, όχι στη ζωή.
Φέρθηκε περιφρονηπκά στον Αρχέλαο τον Μακεδόνα, στον Σκόπα τον Κρανώνιο και στον Ευρύλοχο τον Λαρισσαίο, που ούτε τα χρήματα τους δέχτηκε ούτε τους επισκέφτηκε.''
''Περηφανευόταν για τον απλό τρόπο ζωής του, δεν εισέπραξε ποτέ αμοιβή. Όποιος χρειάζεται λίγα, έλεγε, είναι πολύ κοντά στους θεούς''.
Ο Αμειψίας τον παρουσιάζει με τρίβωνα και λέει τα εξής:
'Ελα κοντά μας, Σωκράτη, που είσαι καλύτερος
από πολύ λίγους αλλά πολύ πιο ματαιόδοξος.
Είσαι ανθεκτικός τύπος!
Πού μπορούμε να σου πάρουμε καινούρια κάπα;
Β. Τούτο το χάλι ντροπιάζει τους μπαλωματήδες.
Α. Κι όμως, τόσο που πεινάει, τούτος εδώ δε σταμάτησε
ποτέ να κολακεύει.
Αυτήν ακριβώς την υπεροψία και μεγαλοφροσύνη τονίζει ο Αριστοφάνης, όταν λέει:
που στους δρόμους περπατάς καμαρωτός και τα μάτια
γυροφέρνεις και ξυπόλυτος ταλαιπωρίες αντέχεις
και μας κάνειςτον σπουδαίο.
Μερικές φορές, όμως, προσαρμοζόταν στις περιστάσεις και ντυνόταν με λαμπρότητα, όπως στο «Συμπόσιο» του Πλάτωνα, καθώς πηγαίνει στον Αγάθωνα''.
''Τότε που επρόκειτο να πιει το κώνειο, ο Απολλόδωρος του έδωσε ωραία ρούχα για να πεθάνει φορώντας τα και κείνος του είπε:«Μα τι κάνεις; Τα ρούχα μου ήταν κατάλληλα για να ζω και είναι ακατάλληλα για να πεθάνω μ' αυτά,»...''
''Έλεγε πως είναι αξιοπερίεργο το να μπορεί ο καθένας με ευκολία να αναφέρει πόσα υπάρχοντα έχει και να μη μπορεί να αναφέρει πόσους φίλους έχει. Τόσο πολύ, έλεγε, αδιαφορούμε γι' αυτούς''.
''Όταν ο Χαρμίδης του πρόσφερε δούλους, που θα του εξασφάλιζαν κάποιο εισόδημα, δεν τους δέχτηκε''.
Όταν κάλεσε για δείπνο κάποιους πλούσιους, επειδή η Ξανθίππη ντρεπόταν, της είπε: «Μη σε νοιάζει, αν είναι συνετοί, θα φερθούν καλά, αν είναι κακοί, δεν θα νοιαστούμε καθόλου γι' αυτούς».
''Αυτά έλεγε και έκανε, και η Πυθία επιβεβαίωσε την αξία του δίνοντας στον Χαιρεφώντα εκείνο τον γνωστό χρησμό: Απ' όλους τους ανθρώπους ο Σωκράτης είναι ο πιο σοφός, που έγινε αιτία να τον φθονήσουν πάρα πολύ. Αιτία επίσης ήταν το ότι κατηγορούσε ως ανόητους όσους είχαν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, και ανάμεσα σ' αυτούς και τον Άνυτο, όπως αναφέρεται και στο «Μένων» του Πλάτωνος''.
''Όταν ο Ξενοφώντας είχε πέσει από άλογο στη μάχη στο Δήλιο, τον σήκωσε και τον έσωσε. Ενώ όλοι οι Αθηναίοι το είχαν Βάλει στα πόδια, εκείνος έφευγε ήρεμα γυρίζοντας πίσω κάθε τόσο και προσέχοντας να αμυνθεί, αν κάποιος έκανε επίθεση''.
Η διδασκαλία του Σωκράτη:
''Αντίθετα με τους περισσότερους, δεν ενδιαφερόταν για τα ταξίδια, εκτός κι αν έπρεπε να στρατευθεί. Τον υπόλοιπο καιρό έμενε στην πατρίδα και έκανε έντονες συζητήσεις, όχι για να αλλάξει τις απόψεις των συνομιλητών του, αλλά για να τους μάθει να προσπαθούν να βρουν την αλήθεια''.
''Έχω την άποψη πως ο Σωκράτης ασχολήθηκε και με τη φυσική φιλοσοφία και διατύπωσε κάποιες απόψεις για την πρόνοια, όπως αναφέρει ο Ξενοφών, που δηλώνει πως μόνο για ηθικά ζητήματα συζητούσε''.
''Έτσι έφυγε από τους ανθρώπους· οι Αθηναίοι μετάνιωσαν αμέσως και έκλεισαν τις παλαίστρες και τα γυμναστήρια. Εξόρισαν τους υπόλοιπους, ενώ τον Μέλητο καταδίκασαν σε θάνατο. Τον Σωκράτη τον τίμησαν με χάλκινο άγαλμα, που το τοποθέτησαν στο Πομπείο, και ήταν έργο του Λύσιππου. Τον Άνυτο οι κάτοικοι της Ηράκλειας τον έδιωξαν την ίδια μέρα που πήγε στην πόλη τους. Αυτό οι Αθηναίοι δεν το έπαθαν μόνο στην περίπτωση του Σωκράτη αλλά και πολλών άλλων...''.
Ο Αρίστιππος όταν ρωτήθηκε πώς πέθανε ο Σωκράτης, είπε: «Έτσι όπως θα ήθελα να πεθάνω κι εγώ».
Στο τέλος της βιογραφίας του Σωκράτη ο Διογένης Λαέρτιος παραθέτει ένα επίγραμμα που έγραψε για αυτόν τον μεγάλο φιλόσοφο που η φιλοσοφία είχε θεωρία και πράξη σε όλο του τον βίο:
Πίνε τώρα κοντά στον Δία, Σωκράτη. Πραγματικά
ο θεός(Απόλλων) σε ονόμασε σοφό και η σοφία είναι θεός.
Απ' τους Αθηναίους πήρες απλά το κώνειο,
όμως αυτοί το ήπιαν από το στόμα σου.
Από την Απολογία του Σωκράτη:
''Γιατί περιφέρομαι μην κάνοντας τίποτα άλλο από το να πείθω τους νεότερους και τους πιο ηλικιωμένους ανάμεσα σας να μη φροντίζουν ούτε για τα σώματα τους ούτε για τα χρήματα τους με τόσο πάθος, παρά μόνο για την ψυχή τους πως θα γίνει καλύτερη, λέγοντας ότι η αρετή δεν γίνεται από τα χρήματα, αλλά τα χρήματα και όλα τα άλλα ανθρώπινα αγαθά, και τα ιδιωτικά και τα δημόσια, από την αρετή''.
''Αν βέβαια είχα κάποιο όφελος απ' αυτό και σας παρακινούσα να το κάνετε παίρνοντας αμοιβή, θα είχα κάποιο λόγο να το κάνω. Τώρα όμως βλέπετε οι ίδιοι ότι οι κατήγοροι, ενώ για όλα τα άλλα τόσο αναίσχυντα με κατηγορούν, γι' αυτό δεν τόλμησαν να με κατηγορήσουν και να βρουν κάποιον μάρτυρα, πως εγώ είτε πήρα είτε ζήτησα ποτέ αμοιβή. Κι αυτό γιατί, όπως νομίζω, διαθέτω έναν πολύ αξιόπιστο μάρτυρα, την φτώχεια μου''.
Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει και τα εξής στον βίο του Αρίστιππου:
Σ' αυτόν που τον κατηγόρησε, επειδή πήγε από τον Σωκράτη στον Διονύσιο, είπε: «Στον Σωκράτη πήγα για μόρφωση, στον Διονύσιο για διασκέδαση ». Από τις παραδόσεις του είχε μαζέψει πολλά χρήματα, όταν ο Σωκράτης τον ρώτησε: «Από πού μάζεψες τόσα πολλά;» του είπε: «Από εκεί που εσύ μάζεψες λίγα».
Die Kultur der Arier