Το Haus der Deutschen Kunst (Οίκος της γερμανικής τέχνης) χτίστηκε το 1933-37 για να αντικαταστήσει την Πινακοθήκη του Μονάχου Τέχνης (Glass Palace), η οποία είχε καεί το 1931. Σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα Paul Ludwig Troost στο νεοκλασικό στυλ Τρίτου Ράιχ, το κτίριο εξακολουθεί να λειτουργεί στο Μόναχο ως ένα μουσείο τέχνης (Haus der Kunst). Τα εγκαίνια έγιναν στις 18 Ιουλίου του 1937 και ο Χίτλερ εκφώνησε τον εξής λόγο:
Στην ομιλία του για το άνοιγμα του μουσείου, ο Χίτλερ αφιέρωσε το κτίριο στην τέχνη του γερμανικού λαού.
Ο Gauleiter του Μονάχου, Adolf Wagner στέκεται στο πλάι.
''Σε αυτόν τον τομέα (εννοεί την τέχνη), περισσότερο από ότι σε οποιονδήποτε άλλον, ο εβραϊσμός ιδιοποιήθηκε τα μέσα και τους θεσμούς που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη και σε τελευταία ανάλυση την κυβέρνηση. Ο ιουδαϊσμός σκοπεύει χρησιμοποιώντας την θέση του στον τύπο διαμέσου της υποτιθέμενης τεχνοκριτικής, όχι μόνο να ενσπείρει την αταξία πάνω στις φυσιολογικές θεωρίες γύρω από την ουσία και την αποστολή της τέχνης, αλλά να καταστρέψει ολοκληρωτικά την υγιή και κοινή ευαισθησία σε αυτόν τον τομέα. Στην θέση του φυσιολογικού ανθρώπινου νου και ενστίκτου παρεισέφρησαν διάφορα σλόγκανς που με την επίμονη επανάληψη τους σιγά-σιγά βύθισαν στην αβεβαιότητα ή τουλάχιστον φόβισαν πολλούς ανθρώπους που ασχολούνται με θέματα τέχνης ή κρίνουν τα καλλιτεχνικά επιτεύγματα, σε τέτοιο σημείο που δεν τολμούν πια να τα βάλουν ανοιχτά και σοβαρά με αυτήν την ακατάσχετη φραστική πλημμυρίδα. Αρχίζοντας από υποθέσεις γενικής φύσεως όπως για παράδειγμα, πως η τέχνη είναι διεθνής και φτάνοντας μέχρι τις αναλύσεις της καλλιτεχνικής δημιουργίας με καλομελετημένες εκφράσεις που στο βάθος δεν ήθελαν να πουν τίποτα, όλη η προσπάθεια του εβραϊσμού επεδίωξε να δημιουργήσει σύγχυση στην ανθρώπινη διάνοια και το ένστικτο που μέχρι τότε ήταν υγιή. Από την μια πλευρά χαρακτηρίζοντας την τέχνη σαν μια συλλογική εμπειρία διεθνιστικού επιπέδου και σκοτώνοντας έτσι με ένα γενικό τρόπο κάθε έννοια σύνδεσης της με το λαό, την συνένωναν ακόμα περισσότερο με το πνεύμα της εποχής, πράγμα που σήμαινε: δεν υπάρχει πια τέχνη που να αντιστοιχεί σε λαούς ή καλύτερα σε φυλές, αλλά μια τέχνη που αντιστοιχεί σε κάθε εποχή.
Παρέλαση κατά την εναρκτήρια τελετή
του Haus der Deutschen Kunst
Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν την θεωρία η Ελληνική τέχνη δεν δημιουργήθηκε από τους Έλληνες αλλά γεννήθηκε από μια ορισμένη σαν έκφραση αυτών των Ελλήνων. Εννοείται πως το ίδιο ισχύει και για την Ρωμαϊκή τέχνη που σύμφωνα πάλι με την θεωρία συνέπεσε εντελώς τυχαία με την ακμή της παγκόσμιας ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Και ασφαλώς και οι μεταγενέστερες καλλιτεχνικές περίοδοι της ανθρωπότητας δεν δημιουργήθηκαν από τους Άραβες, τους Γερμανούς, τους Ιταλούς, τους Γάλλους κλπ. Αλλά αποτελούν αποκλειστικά φαινόμενα της εποχής κατά την οποία παρουσιάστηκαν. Για αυτό και σήμερα δεν υπάρχει γερμανική,γαλλική, γιαπωνέζικη ή κινέζικη τέχνη αλλά μόνο η ''μοντέρνα'' τέχνη. Σύμφωνα με αυτή την άποψη η τέχνη σαν τέχνη όχι μόνο έχει αποκοπεί εντελώς από τις λαϊκές της πηγές αλλά αποτελεί την έκφραση ενός συγκεκριμένου χρόνου που σήμερα χαρακτηρίζεται σαν μοντέρνος, κι αύριο θα πάψει να είναι, μια και θα έχει γεράσει.
Μια τέτοια θεωρία τοποθετεί τελικά την τέχνη και την καλλιτεχνική δραστηριότητα στο ίδιο επίπεδο με την εργασία που γίνεται στα μοντέρνα ατελιέ των ραφτών και στους οίκους μόδας. Κι αυτό σύμφωνα με την αρχή: Κάθε χρόνο και κάτι καινούριο στην θέση του παλιού. Σήμερα ο εμπρεσσιονισμός, αύριο ο φουτουρισμός, κατόπιν ο κυβισμός, ο ντανταϊσμός και πάει λέγοντας. Είναι ευνόητο πως ακόμα και για τις πιο τρελές επινοήσεις, ακόμα κι όταν έχουμε να κάνουμε με χιλιάδες απ' αυτές , θα βρούμε -κι έχουμε ήδη βρει- τις κατάλληλες χαρακτηριστικές ονομασίες. Αν το πράγμα δεν ήταν τόσο θλιβερό θα μπρούσαμε να διασκεδάσουμε πολύ απαριθμώντας τα σλόγκαν και τις βαρύγδουπες φράσεις που χρησιμοποίησαν τα τελευταία χρόνια οι λεγόμενοι ''λάτρεις της τέχνης'' για να περιγράψουν και να εμπνεύσουν τα αξιοθρήνητα προϊόντα τους.
Μέχρι την άνοδο του εθνικοσοσιαλισμού, στην Γερμανία υπήρχε μια τέχνη που έφρε την επονομασία μοντέρνα τέχνη, όπως δηλαδή μας δείχνει η φύση αυτού του όρου, μια τέχνη που άλλαζε από χρόνο σε χρόνο. Όσο για την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία, αυτή ζητά μια τέχνη που θα είναι και πάλι μια γερμανική τέχνη και που σαν όλες τις δημιουργικές αξίες ενός λαού πρέπει να είναι και θα είναι αιώνια.
Ο κυβισμός, ο ντανταϊσμός, ο φουτουρισμός, ο εμπρεσσιονισμός κλπ δεν έχουν καμιά δουλειά με τον γερμανικό λαό μας. Επειδή όλες αυτές οι έννοιες δεν είναι μήτε παλιές μήτε μοντέρνες, είναι απλώς επιτηδευμένες φλυαρίες στους οποίους ο Θεός αρνήθηκε το αληθινό καλλιτεχνικό ταλέντο κι αντί για αυτό έχουν το χάρισμα να φλυαρούν και να εξαπατούν.
Για αυτό και διακηρύσσω για άλλη μια φορά πως έχω πάρει την αμετάκλητη απόφαση, ακριβώς όπως έκανα και με την πολιτική φαυλότητα, να ξεκαθαρίσω την γερμανική καλλιτεχνική ζωή από όλες αυτές τις βαρύγδουπες φράσεις.''
Σκηνή από την εναρκτήρια τελετή